Με την έναρξη της τρέχουσας δικαστικής χρονιάς, ξεκίνησε η εφαρμογή μιας από τις πιο εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, γνωστής ως «νέος δικαστικός χάρτης». Στόχος αυτής της μεταρρύθμισης είναι να επιτύχει η ελληνική δικαιοσύνη όσα έχουν πετύχει εδώ και χρόνια τα δικαστικά συστήματα άλλων ευρωπαϊκών χωρών: την έκδοση αποφάσεων σε λογικό χρονικό διάστημα, αντί της αργής διαδικασίας που αναγκάζει τους πολίτες να περιμένουν πέντε έως και δέκα χρόνια.
Η αναδιάταξη του δικαστικού χάρτη προϋποθέτει σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των δικαστηρίων σε όλη τη χώρα, καθώς και στην ένταξη των ειρηνοδικών στον κύριο κορμό της ποινικής δικαιοσύνης. Περί τα 960 ειρηνοδίκες θα μπορούν πλέον να δικάζουν όλες τις υποθέσεις κανονικά, καλύπτοντας ένα κενό που είχε δημιουργηθεί καθώς οι υποθέσεις που τους ανατίθονταν είχαν μειωθεί δραστικά. Αυτή η εξέλιξη θα μετατρέψει τους ειρηνοδίκες σε πλήρους δικαιοδοσίας δικαστές, αντί να περιορίζονται σε ελάχιστες υποθέσεις.
Ωστόσο, η εφαρμογή του νέου δικαστικού χάρτη δεν είναι χωρίς προκλήσεις. Κατά τις πρώτες φάσεις της, η μεταρρύθμιση αντιμετωπίζει αντιδράσεις, κυρίως από τη δικηγορική κοινότητα, καθώς το εγχείρημα είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Η ανάγκη για αυτή τη μεταρρύθμιση είναι αυτονόητη και προέκυψε και από την επιτακτική ανάγκη για την εκταμίευση κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, καθιστώντας την έναν από τους βασικούς όρους για τη χρηματοδότηση.
Η ένταξη των ειρηνοδικών στην ποινική και πολιτική δικαιοσύνη έχει εξαγγελθεί πολλές φορές στο παρελθόν, με πρώτη φορά το 1911 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Παρά τις προθέσεις των κυβερνήσεων του Γεωργίου Παπανδρέου, και τελευταία εκείνης του Κώστα Σημίτη, καμία από αυτές τις προτάσεις δεν είχε ολοκληρωθεί. Τώρα, μετά από περισσότερα από 100 χρόνια, η μεταρρύθμιση γίνεται τελικά πράξη υπό την πίεση της σκληρής δικαστικής πραγματικότητας, υποδεικνύοντας ότι ποτέ δεν είναι αργά για βελτιώσεις.
Ο νέος δικαστικός χάρτης υπογραμμίζει και την ανάγκη για έναν εκσυγχρονισμό του συστήματος, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στο ελληνικό κράτος. Συχνά, οι προσπάθειες αυτές ακυρώνονται λόγω ιδεοληψιών ή συνδικαλιστικών και πολιτικών εμποδίων. Είναι κρίσιμο, λοιπόν, να κατανοηθεί ότι οι μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη είναι όχι μόνο επιβεβλημένες, αλλά και απαραίτητες για τη βελτίωση της ζωής των πολιτών.
Πηγή: tovima.gr