Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, προβλέπει δύο περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων κατά 0,25% το 2024 από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Σε συνέντευξή του στους Financial Times, αναφέρει ότι, μετά από μία μείωση τώρα και άλλη μία το Δεκέμβριο, τα επιτόκια θα φτάσουν το 3%, μειωμένα από το 3,5% που είναι σήμερα. Παράλληλα, σχολίασε ότι ίσως υπάρχουν επιχειρήματα για μια επιπλέον χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής το 2025.
Στη συζήτηση για τις προοπτικές των επιτοκίων, ο κ. Στουρνάρας τόνισε ότι οι δείκτες εμπιστοσύνης παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, ενώ ο πληθωρισμός υποχωρεί ταχύτερα από τις προβλέψεις της ΕΚΤ. Με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία, εκτίμησε ότι ο στόχος του 2% για τον πληθωρισμό μπορεί να επιτευχθεί το πρώτο τρίμηνο του 2025. Ειδικά τον Σεπτέμβριο, ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη μειώθηκε στο 1,8%, κάτω από τον στόχο της ΕΚΤ για πρώτη φορά από το 2021.
Παρά τη σημαντική αυτή μείωση, αναμένονται αυξήσεις στις τιμές των καταναλωτών προς το τέλος του έτους, κυρίως λόγω της καθυστέρησης των επιδράσεων από τις τιμές ενέργειας. Στην κατάσταση αυτή, η ΕΚΤ επιδιώκει έναν μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό 2%, αν και η αύξηση των μισθών και ο υψηλός πληθωρισμός στις υπηρεσίες παραμένουν πηγή ανησυχίας.
Η ΕΚΤ έχει ήδη ξεκινήσει τη χαλάρωση της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής τον Ιούνιο και προχώρησε σε νέα μείωση των επιτοκίων το Σεπτέμβριο. Ο κ. Στουρνάρας πιστεύει ότι η μεσοπρόθεσμη τάση του πληθωρισμού υποδεικνύει ότι υπάρχει περιθώριο για ταχύτερη μείωση των επιτοκίων. Αν ο πληθωρισμός συνεχίσει να πέφτει προς τον στόχο του 2%, διερωτήθηκε γιατί να μην μειώνονται τα επιτόκια σε κάθε συνεδρίαση.
Κατά τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, λίγα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου διαφωνούν με τις προσεχείς κινήσεις νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, όλοι έχουν πρόσβαση στα ίδια στοιχεία, τα οποία δείχνουν ότι οδηγούνται στην επίτευξη του στόχου για τον πληθωρισμό στα μέσα του 2025 ή νωρίτερα. Ταυτόχρονα, προειδοποίησε ότι αν δεν υπάρξουν ενέργειες, μπορεί να προκληθεί ζημία στην οικονομία, με τον κίνδυνο επιστροφής σε πολύ χαμηλά επίπεδα πληθωρισμού, κάτι που όλοι επιθυμούν να αποφευχθεί.
Πηγή: tovima.gr